κασσιτέρινος

κασσιτέρινος
κασσῐτέρινος, [dialect] Att. [pref] καττ-, η, ον,
A made of tin,

ἐνῴδια IG22.1388.78

, cf. Arist.SE164b24, Plu.2.1075c.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • κασσιτέρινος — made of tin masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κασσιτέρινος — η, ο (AM κασσιτέρινος, η, ον, Α και καττιτέρινος, η, ον) κατασκευασμένος από κασσίτερο, από καλάι, καλάινος. [ΕΤΥΜΟΛ. < κασσίτερος + κατάλ. ινος (πρβλ. αδαμάντ ινος, υδάτ ινος)] …   Dictionary of Greek

  • κασσιτερίνων — κασσιτέρινος made of tin fem gen pl κασσιτέρινος made of tin masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κασσιτέρινον — κασσιτέρινος made of tin masc acc sg κασσιτέρινος made of tin neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κασσιτερίνην — κασσιτέρινος made of tin fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κασσιτερίνης — κασσιτέρινος made of tin fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κασσιτερίνοις — κασσιτέρινος made of tin masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κασσιτερίνου — κασσιτέρινος made of tin masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κασσιτερίνους — κασσιτέρινος made of tin masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κασσιτερίνῃ — κασσιτέρινος made of tin fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κασσιτερίνῳ — κασσιτέρινος made of tin masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”